jure - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

jure - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE

jure         
----
* de jure [iure] = de derecho
de jure         
LATIN EXPRESSION, ROUGHLY MEANING 'BY LAW', OFTEN OPPOSED TO 'DE FACTO', MEANING 'IN FACT' OR 'IN PRACTICE'
Dejure; De iure; De Jure; De-jure; De jure standard; On paper
adv. de acuerdo a derecho
on paper         
LATIN EXPRESSION, ROUGHLY MEANING 'BY LAW', OFTEN OPPOSED TO 'DE FACTO', MEANING 'IN FACT' OR 'IN PRACTICE'
Dejure; De iure; De Jure; De-jure; De jure standard; On paper
sobre papeles (en teoría, como debe ser)

Ορισμός

jure
Ablativo de la voz latina ius, que significa derecho. Se pronuncia iure o yure.

Βικιπαίδεια

Jure

Jure may refer to:

  • De jure, Latin legal phrase
  • Jure (given name), Slavic masculine name
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για jure
1. "This de facto recognition is as bad as any de jure recognition," he said.
2. The agreement between them has converted the de facto bifurcation of Sudan into de jure one.
3. "De facto suspension may become de jure suspension – I think that‘s a possibility," says Mr.
4. There was, he claimed, "a tortuous conspiracy to in–jure" on the part of thecampaigners.
5. Racism and segregation is no longer de jure, but it is still de facto.